30/10/10

Τρέξε.. σώσου..

Ανασκουμπώσου..να είσαι σε εγρήγορση, πλησιάζει. Έρχεται με βήματα γοργά και τα δυνατά πόδια του τραντάζουν τη γη με κάθε βήμα. Πλησιάζει ακόμη πιο πολύ κι εσύ τρέμεις. Κάνε γρήγορα, βιάσου.. άσε τα ρούχα και τα μαντήλια τρέξε για τη ζωή σου.. Ο παλμός της καρδιάς σου χτυπά με μανία και αφηνιάζει το σώμα σου.. Τώρα είναι η στιγμή, μην διστάζεις. Πήδα..

3/10/10

Σκοτάδι...

"Τα σκοτάδια της ψυχής μου χτυπούν επίμονα την πόρτα καθώς κοιτάζω στον καθρέφτη το κατακόκκινο μάγουλό μου..Τα παντζούρια κλειστά και ασφαλισμένα από κάθε εξωτερικό ερέθισμα, πονοκέφαλος συνήθως οι ήχοι που δίνουν γροθιές στα στόρια αλλά επιμένω να προσποιούμαι πως είμαι απών. Άλλες φορές δεν ακούω καν τις λέξεις που βγαίνουν απ' το στόμα τους κι άλλες απλά κάνω πως δεν τις ακούω ή πασχίζω με τρόμο να κλείνω τα αυτιά μου και να θωρακίζομαι στην λήθη. Κανένα υποκατάστατο και κανένας εν ζωή δεν μπορεί να με παρασύρει για να μην φοβάμαι και να μην τρέμω τις νύχτες από ανασφάλεια και πόνο. Το βλέμμα πάντα καρφωμένο με απορία στα πρόσωπά τους και ένα τεράστιο γ σχηματίζεται γύρω από τη μύτη του αρκούδου κάθε φορά που τον ζουλάω. Κι εκείνος άηχος, μουγγός είναι η μόνη συντροφιά μέσα στο πυκνό δάσος του μυαλού μου. Τα καλώδια μπλέκονται τόσο που δημιουργούν σειρήνες μονότονες και φτάνουν ως τη θάλασσα. Ο χτύπος της καρδιάς είναι τόσο αδύναμος που κάποιες φορές χάνεται και σταματά χωρίς όμως να με απασχολεί αυτό. Στο σκοτάδι της ημέρας η νύχτα φωτίζει όλες τις ασπρόμαυρες εικόνες της, σαν να τανε τότε που πρωτογνωριστήκαμε. Η ίδια έκπληξη και η ίδια περιέργεια για την επόμενη στιγμή. Αναρωτιέμαι τι γίνεται όταν αυτή η περιέργεια αντικατασταθεί από λήθη. Έρχεται ίσως μια αδίστακτη καθημερινότητα καθώς κάθεσαι στον καναπέ και παίζεις νότες". Είπε το κορίτσι, καθώς κοιτούσε στα μάτια τον ιερέα που νόμιζε πως θα τη γλιτώσει από τον εαυτό της. Δεν ξαναμίλησε τότε. Μόνο σιγομουρμούρισε το κελάιδισμα ενός πουλιού που είχε ακούσει κάποτε στην Αυστραλία, όταν ήταν πολύ μικρή και έκανε βόλτα και πάλι στο αγαπημένο της μονοπάτι. Ο ήχος των φύλλων γυρνούσε στο κεφάλι της και είχε τη δύναμη να παρασύρει τα μαλλιά της σε ένα χορό ανάλαφρο. Έτσι έφυγε περπατώντας στη μεγάλη ευθεία χωρίς να γνωρίζει που και γιατί πηγαίνει.

23/9/10

ΙΘΑΚΗ Κ. Π. Καβάφης

Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις, Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι, τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρείς, αν μεν η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει. Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβανείς μες την ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου. Να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος. Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊνά να είναι που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους, να σταματήσεις σε εμπορεία Φοινικικά, και τες καλές πραμάτειες ν' αποκτήσεις, σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια και εβέβους, και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά, σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας, να μάθεις και να μάθεις από τους σπουδασμένους. Πάντα στον νου να 'χεις την Ιθάκη. Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου. Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου. Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί, πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο, μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη. Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξείδι. Χωρίς αυτήν δε θάβγαινες στο δρόμο. Άλλα δεν έχει να σε δώσει πιά. Κι αν πτωχική την βρείς, η Ιθάκη δεν σε γέλασε. Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.

Sad Violin

Μετά θάνατον...

η λεπτή γραμμή που δείχνει τον ορίζοντα και μου παίρνει την ψυχή εκτοξεύεται σαν βέλος κοφτερό προς το άπειρο.. εκεί που η θάλασσα συνευρίσκεται με τον ουρανό και χωρίζει στα δύο τα άψυχα από τα εν ζωή. Πεταλούδα μονόπτερη τολμά να χαράξει πορεία για εκεί, ώσπου ο υπέρλαμπρος ήλιος της κάψει και το άλλο της χέρι ωσάν του Ικάρου.... ωσάν της καρδιάς μου που πεταρίζει κάθε νέα αυγή και που γκρεμίζεται με τη δύση.

10/9/10

Το χαμόγελο

Πίσω από την ανθισμένη φραγκοσυκιά της αυλής αιωρείται νεκρό το κατακόκκινο χαμόγελο.. Χαμογελάει ακόμη παγωμένο, ίσως και να κοιμάται. Κρέμεται άψυχο ανάμεσα στα αγκαθωτά παχιά πράσινα φύλλα. Ο άνεμος το παρασύρει σ' ένα χορό αμφίβολο, άηχο και μονότονο. Στροβιλίζεται δεξιά, αριστερά, στροφή κρατημένο από κλωστή κεντημένη από ιστούς ερμαφρόδιτης αράχνης ,ο ομφάλιος λώρος του. Τα ακρόχειλά του χτυπούν πάντα χαμογελαστά στα μυτερά αγκάθια και αφήνουν ξαφνικούς κρότους σαν από βεγγαλικά ή σκουξίματα νεογνών ποντικών. Η τροχιά του ξέφρενη και αδιάκοπη μέσα στο ατελείωτο διάστημα του ενός λεπτού. Χορεύει και πληγώνεται... ορμάει ξανά και ξανά σαν να διψά για μια καινούργια συνεύρεση με μια νέα μυτερή κορυφή κάθε φορά ώσπου ο αέρας σταδιακά διακόπτεται και η ορμή του αρχίζει να μειώνεται, η κλωστή κινείται πια νωχελικά και ο χορός του εξατμίζεται. Τώρα επιστρέφει πάλι στην πρώτη του ακινησία χαμογελαστό και ματωμένο απ' τους αμέτρητους κραδασμούς ανάμεσα στα παχιά φυλλώματα.